Ένας ωραίος περίπλους

Βάσω Μαυρομμάτη

Ένα όμορφο σαββατοκύριακο στις Σπέτσες, αποχαιρετισμός στο φθινόπωρο με τον πιο ενδεδειγμένο τρόπο.



Περάσαμε από την Κόστα στον φάρο των Σπετσών (κτίσμα του 1837) και από εκεί με πορεία δεξιόστροφη κάναμε τον περίπλου του νησιού. Καθώς κωπηλατούσαμε στη νότια ακτή της, θαυμάζαμε τα πεύκα και τα κυπαρίσσια της. Η Πιτυούσα της αρχαιότητας, δηλαδή η γεμάτη πεύκα, δεν έχει αλλάξει και πολύ. Θεωρώντας τις Σπέτσες ένα από τα πιο κοσμοπολίτικα νησιά μας, θα περίμενε κανείς να είναι άναρχα χτισμένη στο σύνολό της, το χαμηλό της βουνό (μόλις 245μ.) άλλωστε, δεν θέτει γεωγραφικούς φραγμούς. Παρ’ όλα αυτά, πέρα από τον οικισμό των Σπετσών, το νησί παραμένει ακατοίκητο και πράσινο. Σχεδόν το 40% της έκτασής του καλύπτεται από πευκοδάση και μόνο ένας περιφερειακός δρόμος 25χλμ. το διατρέχει γύρω – γύρω. Υπάρχουν βέβαια διάσπαρτες αρκετές βίλες, κάποιες θηριώδεις, αλλά παρ’ όλη  την υπερβολή του πλούτου τους, δεν κατάφεραν να αποσπάσουν το βλέμμα μας.

Αναρωτήθηκα πώς και ένα νησί με μια από τις ακριβότερες τιμές γης στην Ελλάδα παραμένει άχτιστο στο μεγαλύτερο μέρος του. Όπως συμβαίνει συνήθως, αρκεί να υπάρχει ένας φωτισμένος άνθρωπος, μια ξεχωριστή προσωπικότητα, και στην περίπτωση των Σπετσών, υπήρξε ο μεγαλέμπορος και ευεργέτης Σωτήριος Ανάργυρος, ο οποίος, μεταξύ άλλων, αγόρασε και αναδάσωσε τεράστιες εκτάσεις του νησιού, με σκοπό όπως ανέφερε, να προστατέψει το πευκοδάσος του νησιού από την αλόγιστη υλοτόμηση και την επερχόμενη οικιστική δόμηση. Σήμερα, το ίδρυμα της Αναργυρείου Κοργιαλενείου Σχολής διαθέτει πευκοδάσος περίπου 9.000 στρεμμάτων.

Φτάσαμε αβίαστα στην έρημη παραλία των Αγίων Αναργύρων, μικρή στάση και ευκαιρία για μια τελευταία βουτιά πριν την έλευση του χειμώνα. Από ‘κει με την ανάσα της θάλασσας να μας προωθεί γλυκά, βρεθήκαμε πολύ σύντομα στο πιο ενδιαφέρον κομμάτι των Σπετσών. Θαυμάσαμε από τη θάλασσα την Κοργιαλένειο σχολή και το εμβληματικό ξενοδοχείο Ποσειδώνιο (κτίσμα του 1914), δημιουργήματα και αυτά του Σ. Ανάργυρου. Και λίγο πιο κάτω την Ντάπια, τα αρχοντικά με τους ρωμαλέους τοίχους και το παλιό λιμάνι, ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια του 19ου αιώνα. Τα χρώματα του ουρανού μας μάγεψαν, οι σιλουέτες των καπετανόσπιτων πραγματική ζωγραφιά.

Βγάλαμε τα καγιάκ μας στη μικρή παραλία του Αγίου Μάμα, πήγαμε στο φιλόξενο ξενοδοχείο της αγαπητής Μαριάννας και φρέσκοι – φρέσκοι λίγο μετά ξεκινήσαμε τη βόλτα μας στην προκυμαία. Περπατήσαμε μέχρι το παλιό λιμάνι, η ναυτική παράδοση του νησιού που του ‘δωσε αίγλη, δύναμη και ομορφιά ολοζώντανη μπροστά μας. Ήπιαμε το κρασάκι μας στην ταβέρνα του Νεκτάριου και κλείσαμε τη μέρα μας με όλες μας τις αισθήσεις χορτάτες. Το πρωί της Κυριακής, καφεδάκι με θέα, περπάτημα μέχρι το Ποσειδώνιο και μέσα στα καγιάκ μας για πίσω. Κάποια στιγμή αναρωτηθήκαμε ποιο νησί ήταν πιο ωραίο, ο Πόρος ή οι Σπέτσες, και η συζήτηση συνεχίστηκε, ποιο expedition ήταν πιο δυνατό, ποια βραδιά… Συμπέρασμα δεν βγάλαμε. Κάθε τόπος, κάθε απόδραση έχει κάτι να σου χαρίσει. Μας έχουν μάθει να αξιολογούμε τα πάντα, να τα κατατάσσουμε, να τα βαθμολογούμε. Έχει νόημα; Αρκεί που τα ζούμε.

Στις Σπέτσες δεν είδα τον πιο άγριο βράχο, τα πιο γαλανά νερά, την πιο χρυσή αμμουδιά, την πιο εντυπωσιακή σπηλιά. Να όμως κάτι όμορφες συμπτώσεις! Η 100η μου έξοδος με θαλάσσιο καγιάκ έτυχε να είναι σε ένα όμορφο νησί, παρέα με την ομάδα μας, σαν η θάλασσα να μου ‘κανε ένα δώρο, ως επισφράγιση της μεγάλης μας φιλίας τα τελευταία χρόνια. Αυτό κρατώ από τις Σπέτσες, τη διάχυτη ομορφιά νησιού και ανθρώπων.