Θαλάσσιες χελώνες και εμείς

Ζώντας και ταξιδεύοντας με το καγιάκ, έρχεσαι συχνά σε επαφή με πολλά είδη του θαλάσσιου οικοσυστήματος. Oι θαλάσσιες χελώνες είναι ένα από αυτά. Το καγιάκ μας επιτρέπει να προσεγγίσουμε και να θαυμάσουμε αυτό το ξεχωριστό πλάσμα, με μοναδική αμεσότητα και ηπιότητα, χωρίς να το ενοχλήσουμε. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία των χελωνών για το ευρύτερο οικοσύστημα και να τις προστατεύσουμε με κάθε τρόπο.

Αντώνης Σωτηρόπουλος

Οι θαλάσσιες χελώνες ανήκουν στα ερπετά (με άλλα κύρια είδη τις σαύρες, τα φίδια, τους κροκόδειλους) που εμφανίστηκαν στον πλανήτη μας πριν από 300 εκατομμύρια χρόνια και τα οποία εξελίχθηκαν από τα αμφίβια, ενώ από αυτά προέρχονται τα πτηνά και τα θηλαστικά. Οι θαλάσσιες χελώνες που εμφανίστηκαν πριν από 100 εκατομμύρια χρόνια έζησαν την εποχή της επικράτησης των ερπετών, συνυπάρχοντας με τους δεινόσαυρους, ενώ προσαρμόστηκαν σε όλες τις μεγάλες φυσικές μεταβολές, καταφέρνοντάς να επιβιώσουν έως σήμερα.

Όπως όλα τα ερπετά, οι χελώνες είναι ποικιλόθερμοι-εξώθερμοι οργανισμοί (η θερμοκρασία του σώματος τους ακολουθεί εκείνη του περιβάλλοντος που βρίσκεται), αναπνέουν στον αέρα, διαθέτοντας αναπνευστικό σύστημα με πνεύμονες, ενώ αποθέτουν τα αβγά τους στην ξηρά. Στην περίπτωσή μας, αυτή η διαδικασία είναι από τις λίγες φορές που οι θαλάσσιες χελώνες αφήνουν το θαλασσινό νερό.

Το σώμα τους είναι κλεισμένο μέσα σε ένα σκληρό όστρακο ή σε μία σειρά με μικρά οστά, που ενώνεται με τη σπονδυλική στήλη. Τα πόδια τους έχουν εξελιχθεί σε πτερύγια για να κολυμπούν, με τα μπροστινά να έχουν πάντα μεγαλύτερο μέγεθος. Το κεφάλι, που σε αντίθεση με τις χερσαίες χελώνες δεν έχει τη δυνατότητα να εισέρχεται στο καβούκι, έχει μάτια που προστατεύονται από τρεις σειρές βλεφάρων και παρόλο που έχουν μόνο ένα εσωτερικό αυτί, διαθέτουν ιδιαίτερα ανεπτυγμένη ακοή και όραση, σε αντίθεση με την όσφρηση. Το ραμφοειδές στόμα έχει γνάθους χωρίς δόντια, με ισχυρό δάγκωμα με το οποίο τεμαχίζει ασπόνδυλα (καλαμάρια, μέδουσες κ.λπ.), σπόγγους, φύκη, σακίδια και βαλανοειδή.      

Όπως ήδη αναφέρθηκε, οι θαλάσσιες χελώνες επηρεάζονται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος και για αυτό το λόγο επιλέγουν τα θερμά νερά του πλανήτη στα οποία υπάρχουν επτά διαφορετικά είδη με τα τρία εκ των οποίων να τα συναντάμε και στη Μεσόγειο. Τα είδη που υπάρχουν στη θάλασσα της Μεσογείου είναι η πράσινη θαλασσο-χελώνα (Chelonia mydas), η δερματοχελώνα (Dermochelis coriacea), και η Καρέττα καρέττα (Caretta caretta). Η δερματοχελώνα αποτελεί και τον μεγαλύτερο σε μέγεθος εκπρόσωπο του είδους. Είναι είδος ανοιχτής θαλάσσης, σπάνια ορατή από τον άνθρωπο, με μήκος που μπορεί να ξεπεράσει τα δυο μέτρα και βάρος πάνω από μισό τόνο.   

Οι θαλάσσιες χελώνες έχουν εξελιχθεί με τα χρόνια σε δεινούς κολυμβητές. Μεταναστεύουν στους ωκεανούς, διασχίζοντας χιλιάδες χιλιόμετρα για εύρεση τροφής, αναπαραγωγή και εναπόθεση αυγών. Οι θαλάσσιοι βιολόγοι έχουν καταγράψει ενήλικα είδη να καλύπτουν τακτικές διαδρομές έως 2.200 χιλιομέτρων, σε διάστημα δύο μηνών στην ανοιχτή θάλασσα του Ατλαντικού Ωκεανού, προκειμένου να βρεθούν σε πλούσια τροφικά ενδιαιτήματα στις ακτές τις Βραζιλίας. Η επιστήμη δεν έχει δώσει σαφή απάντηση για το πώς αυτά τα εκπληκτικά είδη βρίσκουν τον δρόμο τους αν και υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτά τα υπερπόντια ταξίδια γίνονται με την αντίληψη της κίνησης των κυμάτων – ρευμάτων καθώς και του μαγνητικού πεδίου της Γης.

Έχει παρατηρηθεί ότι οι θαλάσσιες χελώνες επιστρέφουν στους τόπους που γεννήθηκαν κάθε 2 με 4 χρόνια για αναπαραγωγή και απόθεση αβγών. Τα θηλυκά ζευγαρώνουν με τα αρσενικά στα ανοιχτά αλλά μόνο τα θηλυκά βγαίνουν στην στεριά όπου με τη βοήθεια των πτερυγίων σκάβουν έναν λάκκο στην άμμο και αποθέτουν συνήθως από 100 έως 150 αβγά, στη συνέχεια τα καλύπτουν με άμμο και επιστρέφουν στη θάλασσα. Οι χελώνες επισκέπτονται την ίδια ακτή αρκετές φορές κατά την αναπαραγωγική περίοδο. Τα αβγά χρειάζονται περίπου δύο μήνες μέχρι να εκκολαφθούν ενώ τα μικρά χελωνάκια πρέπει να  διασχίσουν την αμμώδη ακτή ώστε να μπουν στη θάλασσα. Αν τα αβγά καταφέρουν να εκκολαφθούν -καθώς αποτελούν εκλεκτό έδεσμα πολλών άλλων ειδών όπως των καβουριών, πουλιών ακόμα και άλλων χελωνών- το χελωνάκι πρέπει να ολοκληρώσει την είσοδο στο θαλασσινό νερό και, χωρίς καμία εξωτερική παρέμβαση, αυτό το επικίνδυνο ταξίδι ολοκληρώνεται σε ένα ποσοστό της τάξης του 3% έως 5%. Όσο οι θαλάσσιες χελώνες μεγαλώνουν σε μέγεθος, μειώνεται και ο αριθμός των φυσικών εχθρών του είδους, με τα μεγάλα ενήλικα άτομα να κινδυνεύουν μόνο από τους μεγάλους θηρευτές της θάλασσας, κυρίως τους καρχαρίες.

Στη λίστα των φυσικών εχθρών κύριο ρόλο παίζει ο άνθρωπος, σε τέτοιο βαθμό που είδη θαλάσσιων χελωνών που κατάφεραν και επιβίωσαν εκατομμύρια χρόνια να απειλούνται πλέον με εξαφάνιση. Η αύξηση της θερμοκρασίας, η παράκτια άναρχη οικοδόμηση, η υπεραλίευση, οι χιλιάδες τόνοι από πλαστικές σακούλες που υπάρχουν στους ωκεανούς και δυστυχώς καταναλώνονται από τις χελώνες καθώς τις περνούν για μέδουσες, και τα αλιευτικά εργαλεία που πολλές φορές λειτουργούν ως παγίδες θανάτου, αποτελούν και τους βασικούς κινδύνους του είδους.

Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι οι χελώνες χρησιμοποιούνται ως τροφή από τον άνθρωπο από πολύ παλιά. Στα χρόνια που στα καράβια δεν υπήρχαν ψυγεία, οι ναυτικοί έπιαναν ζωντανά θηλυκά στη στεριά κατά την απόθεση των αβγών και τα κράταγαν ζωντανά στο κατάστρωμα για «φρέσκο κρέας», εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι οι θαλάσσιες χελώνες έχουν τη δυνατότητα να ζήσουν για πολλές μέρες χωρίς τροφή και νερό. Ακόμα και σήμερα, στις ασιατικές τοπικές αγορές μπορεί να συναντήσει κανείς λάδι χελώνας, όστρακο καθώς και χόνδρο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή χελωνόσουπας.

Στην οικολογία των ειδών, κάθε είδος έχει ξεχωριστή και ιδιαίτερη σημασία. Όλα λειτουργούν εφόσον συνυπάρχουν και η αλυσίδα της ζωής ενώνεται, με κάθε κρίκο να αποτελεί βασικό στοιχείο ύπαρξης. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ένας βιολόγος να προσδιορίσει τις ακριβείς συνέπειες από την εξαφάνιση ενός είδους. Στη περίπτωση των θαλασσίων χελωνών έχει αποδειχτεί ότι οι αρχέγονοι αυτοί κολυμβητές συμβάλλουν στη διατήρηση των παραγωγικών οικοσυστημάτων των κοραλλιογενών υφάλων, μεταφέροντας βασικά θρεπτικά συστατικά από τους ωκεανούς στην παράκτια ζώνη, με ενεργό ρόλο στην τροφική αλυσίδα. Επίσης τρώγοντας φύκια βοηθούν στην ολοκλήρωση του κύκλου του αζώτου ενώ και σε αυτή την περίπτωση παράγουν θρεπτικά συστατικά και εμποδίζουν τη δημιουργία ανοξικών συνθηκών, συμβάλλοντας στην ισορροπία και τη ζωή στους ωκεανούς.


Διαβάστε ακόμη: