Η φωτιά σιγοκαίει στη μικρή παραλία και μας φωτίζει το πρόσωπο. Το σκοτάδι απλώνεται βαρύ και υγρό. Η βαριά βροχή έχει σταματήσει και ρίχνει μόνο πυκνές, μικροσκοπικές σταγόνες, τσουχτερές σαν καρφίτσες. Έχουμε στρώσει μουσαμάδες στη βρεγμένη άμμο γύρω από τη φλόγα και έχουμε μοιράσει τις εφεδρικές νιτσεράδες σε όσους δεν είχαν ή ξέχασαν να φέρουν. Παραδίπλα τα σκάφη ξαπλωμένα στο χερσαίο ρεμέντζο τους και οι σκηνές έτοιμες στημένες, η μια δίπλα στην άλλη. Γύρω από τη φωτιά, καθώς ψήνονται τα κρέατα και τα ψάρια, λίγες κουβέντες, κανένα αστείο και καμιά ιστορία από τα παλιά εναλλάσσονται με τη σιωπή. Τα σύννεφα σιγά σιγά διαλύονται και στον κατάμαυρο θόλο τα αστέρια αστράφτουν σαν διαμάντια. Μοιάζει με μυσταγωγία, σαν μια μυστική τελετουργία από τα βάθη της προϊστορίας, όπου οι άνθρωποι συνδέονταν αρμονικά μεταξύ τους και κατόπιν ενώνονταν με τη φύση κατά ένα τρόπο αδιάσπαστο. Άλλη μία όμορφη στιγμή με την ομάδα.
Η έννοια της ομάδας, ως ενός μικρού συνόλου ατόμων που συνεργάζονται για την επίτευξη ενός κοινού σκοπού, υπήρξε ένα κομβικό σημείο στην ίδια την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Από τα πρώτα στάδια της εξελικτικής του πορείας, ένα με ενάμιση εκατομμύριο χρόνια πριν, οι πρώτες ομάδες ανθρωπιδών συγκροτήθηκαν για την ίδια την εξασφάλιση της επιβίωσης, μέσα σε ένα άγριο περιβάλλον με συχνά θανάσιμες φυσικές απειλές. Μέσα από το κυνήγι άρχισαν να εδραιώνονται ισχυροί κοινωνικοί δεσμοί. Η συνεργασία ήταν ο θεμέλιος λίθος, που θα επέτρεπε σε εκείνες τις πρωτόγονες ομάδες κυνηγών να γυρίσουν στον καταυλισμό τους ζωντανοί αλλά και με κάποιο θήραμα στις αποσκευές τους, το οποίο θα μοιράζονταν με τα υπόλοιπα μέλη τους, γυναίκες και παιδιά. Το μοίρασμα της τροφής, μέσα σε ένα κλίμα ενθουσιασμού, θα ενίσχυε ακόμα περισσότερο τους δεσμούς της ομάδας. Από ανθρωπολογική σκοπιά, η ανάπτυξη κοινωνικής συμπεριφοράς θεωρείται γενεσιουργός παράγοντας της ίδιας της ανθρώπινης ευφυΐας. Η αναζήτηση συμμαχιών για τη διασφάλιση του συμφέροντος και η ένταξη σε ομάδες, μέσα σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον απαίτησαν οξυμένες ικανότητες πρόβλεψης, ωθώντας σε μία εν γένει ανεπτυγμένη νοημοσύνη. Ακόμα και η ίδια η εξέλιξη της γλώσσας πιθανότατα προέκυψε ως απόρροια της ανάγκης για πιο αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των μελών της ομάδας, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού.
Στο σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον, οι διάφορες εταιρίες συχνά εφευρίσκουν δημιουργικά τεχνάσματα προκειμένου να εμφυσήσουν στους εργαζόμενους το ομαδικό πνεύμα. Το επονομαζόμενο “team bonding” προάγεται με διάφορες μορφές, όπως με χαρούμενες εξόδους μετά τη δουλειά για ποτό, τα λεγόμενα “after work drinks”, ενίοτε με κοινές δραστηριότητες αναψυχής τα σαββατοκύριακα και άλλοτε, στις πιο προχωρημένες περιπτώσεις, ακόμα και με ομαδικά παιχνίδια στον ίδιο τον χώρο εργασίας, που μεταμορφώνεται έτσι σε έναν τόπο «οικείο» και «ευχάριστο», σε μία ετεροτοπία όπου φαινομενικά διαταράσσεται το κατεστημένο μοντέλο πειθαρχίας. Σε αυτό το περιβάλλον καλούνται συχνά και διάφοροι μέντορες, ευαγγελιστές της «θετικής ενέργειας», να εμψυχώσουν και να εμπνεύσουν τον εργαζόμενο, να τον βοηθήσουν να γίνει πιο ενεργός, πιο χαρούμενος και πάνω από όλα πιο ομαδικός. Όλα αυτά θα ήταν μέχρι και διασκεδαστικά, αν δεν αποτελούσαν στην πραγματικότητα τη βιτρίνα με την οποία επιχειρείται να καμουφλαριστεί ή να εξωραϊστεί ένα καθεστώς στυγνής εκμετάλλευσης. Οι παραινέσεις για ομαδικότητα δεν είναι τίποτα περισσότερο από έναν επιφανειακό αντιπερισπασμό, ένα προπέτασμα καπνού για το θεαθήναι, καθώς ταυτόχρονα, σε ένα άλλο βαθύτερο επίπεδο, ενθαρρύνονται και υποδαυλίζονται ο πιο ακραίος ανταγωνισμός και ατομικισμός. Η υποταγή των εξουσιαζόμενων εργαζομένων σε αυτό το καθεστώς δείχνει πολλές φορές αναπόφευκτη ως “choiceless situation”. Η επιλογή φαίνεται να είναι μόνο ανάμεσα στην τιμωρία, εφόσον αμφισβητηθεί το πλαίσιο, και τη μη τιμωρία, αν αυτό γίνει αποδεκτό.
Όταν ξεκινήσαμε την ομάδα πριν από οκτώ χρόνια, τέθηκε βέβαια σαν πρωταρχικός σκοπός η γενική αποστολή, να ανοιχτούμε στις θάλασσες με κουπί, από νησί σε νησί κι από στεριά σε στεριά, μεταφέροντας κοινωνικά μηνύματα και προσπαθώντας να αφήσουμε ένα θετικό αποτύπωμα στην κοινωνία. Υπήρχε όμως και η βούληση να γίνουν τα πράγματα διαφορετικά, πιο ανθρώπινα και εντέλει πιο ουσιαστικά, αντανακλώντας τις κοινές προσωπικές μας αξίες. Στο τέλος της ημέρας, τι είναι τελικά αυτό που σου μένει; Η εκπλήρωση του σκοπού σου δίνει οπωσδήποτε μια ικανοποίηση, αλλά αν στη διαδρομή έχεις χάσει το νόημα, αυτό που θα σε κάνει καλύτερο άνθρωπο και θα σε φέρει σε αρμονική συνύπαρξη με τους άλλους, εκείνο που θα σου μείνει θα είναι μία στυφή γεύση. Το κάθε άλλο παρά απρόσμενο εύρημα είναι ότι μέσα από τη συντροφικότητα και την αρμονική συνεργασία, ο καθένας μας μπορεί να γίνει ασυναγώνιστα καλύτερος από ότι αν πάλευε μονάχος του ή από ότι αν όλοι υιοθετούσαν ένα ανταγωνιστικό ήθος στη μεταξύ τους σχέση, μία ενεργειακή σπατάλη δίχως νόημα. Επιπλέον, ακόμα και ο ίδιος σκοπός, το να φέρουμε δηλαδή σε πέρας μία κωπηλατική αποστολή με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, υπηρετείται πολύ πιο αποτελεσματικά από ότι αν εφαρμόζαμε ανταγωνιστικές τακτικές. Για να συμβεί όμως αυτό που αποκαλούμε αρμονική συνεργασία, συνοχή και συντροφικότητα, έννοιες που μόνο μπροστά μπορούν να μας πάνε ως ανθρώπους και ως ομάδα, θα πρέπει να πάμε στην καρδιά της υπόθεσης. Να αναζητήσουμε τις αναγκαίες συνθήκες.
Η μία από αυτές είναι η de facto απουσία οποιασδήποτε ιεραρχίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις γύρω μας και ειδικά στους χώρους εργασίας η άσκηση εξουσίας εντός μίας ιεραρχικής δομής τείνει να αποκλίνει από τον δυνητικό συντονιστικό της ρόλο, ρόλο εγγενώς θετικό, και να αναχθεί σε αυτοσκοπό από τους φορείς της. Το πείραμα του Στάνφορντ, -το οποίο αποδόθηκε και κινηματογραφικά στην ταινία Das Experiment- παρά την κριτική που δέχθηκε, στην οποία απάντησε και ο ίδιος ο ερευνητής του, Φ. Ζιμπάρντο, έδειξε ότι ένα ιεραρχικό σύστημα τείνει μάλλον εύκολα να εκφυλιστεί σε μία αυταρχική δομή, όπου οι εξουσιαστές, ηθικά αποδεσμευμένοι, θέτουν ως κύρια προτεραιότητα την άσκηση καταναγκασμού και καταπίεσης στους εξουσιαζόμενους, φροντίζοντας και για τη διατήρηση αυτού του status quo. Οι φορείς της εξουσίας έχουν πολύ συχνά την τάση να εκμεταλλεύονται το σύστημα προς όφελός τους, καταχρώμενοι τη θεσμική ισχύ που τους έχει δοθεί. Το πείραμα του Μίλγκραμ από την άλλη, έδειξε ότι τα φερέφωνα κάποιας ανώτερης αρχής με θεσμικό κύρος, μπορούν να φτάσουν σε τέτοια επίπεδα τυφλής υπακοής, που δεν θα διστάσουν να διαπράξουν και ανόσιες, εγκληματικές πράξεις. Μπορεί να δουλέψει όμως αποτελεσματικά μια μικρή ομάδα χωρίς ιεραρχία, χωρίς ανισοβαρή κατανομή ισχύος σε έναν ή σε λίγους; Όχι απλώς μπορεί να δουλέψει αλλά μπορεί να δουλέψει πολύ καλύτερα. Χρειάζεται μόνο μία ηθική πυξίδα και ένας αξιακός χάρτης, που θα ακολουθούν όλοι ευλαβικά, προσεκτικά βήματα ώστε να χτιστεί αμοιβαία εμπιστοσύνη καθώς και πειθαρχία στους άγραφους νόμους της θάλασσας. Και βέβαια αυτό το μικρό οικοδόμημα, αν καταφέρεις να το στεριώσεις θα πρέπει και να το προστατεύσεις, μη επιτρέποντας σε συμπεριφορές τοξικές, εγωπαθείς, επιθετικές, αλαζονικές ή απλώς ανερμάτιστες, να διαβούν την πύλη εισόδου.
Στην ομάδα συμμετέχουν όλοι, όσο θέλει και όσο μπορεί ο καθένας. Κανένας δεν είναι πιο σημαντικός από τον άλλον και ο καθένας έχει να προσφέρει κάτι που τον καθιστά πολύτιμο. Έχει όμως και κάτι να κερδίσει, που είναι συνήθως ένα άυλο μέρισμα από τη συνολική εμπειρία. Γνώσεις τις οποίες η ομάδα μοιράζεται με τα νεότερα μέλη της, τη χαρά της ανάπτυξης των δεξιοτήτων στην κωπηλασία και βέβαια την ικανοποίηση από τη συμμετοχή σε ένα ταξίδι στην ανοιχτή θάλασσα και την υπηρέτηση ενός κοινωνικού σκοπού. Πάνω από όλα ίσως τη χαρά της συνύπαρξης με άλλους ανθρώπους, τους συντρόφους σου, φίλους αληθινούς, που κάνουν την ομάδα αυτό που είναι. Μία ομάδα γεννημένη μέσα από τη ναυτική παράδοση αυτού του τόπου, από ανθρώπους του μόχθου που έχουν μάθει να μη φοβούνται το κάθε είδους κουπί.
Στην ανοιχτή θάλασσα ο κωπηλάτης βαδίζει με το κουπί του. Ανεβαίνει δύσβατα βουνά. Ισορροπεί στην κόψη του ξυραφιού. Διαβάζει τις ρότες των βαποριών. Τα μάτια του δακρύζουν απ’ τον αέρα. Η πλώρη του ελίσσεται ανάμεσα στις κοιλάδες. Και αν κάποτε κουραστεί, αν τύχει και χάσει το κουπί απ’ τα χέρια του, αν βρεθεί να παλεύει ανάμεσα σε θαλάσσιους δαίμονες, θα πρέπει να ξέρει ότι δεν είναι μόνος. Αυτή η σκέψη και μόνο, ότι σε αυτό το σύντομο πέρασμά μας από τη ζωή και τη θάλασσα δεν είμαστε μόνοι, αρκεί για να ανεβάσει ο κινητήρας στροφές. Να πιάσει και πάλι η προπέλα νερά. Να κόψει η πλώρη και το επόμενο κύμα-θηρίο.
Διαβάστε ακόμη: