Κάτω απ’ το Ορτάρι

Βάσω Μαυρομμάτη

 

 

 

 

 

 

Το Ορτάρι, ένα όνομα βουνού που μου άρεσε, αλλά πάντα ξέχναγα! Πώς το λένε αυτό το βουνό κοντά στην Κύμη; Κανείς δεν το θυμόταν. Και να που σήμερα γνώρισα το Ορτάρι, λίγο ανορθόδοξα για βουνό, γιατί δεν ανέβηκα στην κορυφή του, αλλά κωπηλάτησα στη βάση του, το Ορτάρι είναι φίλος πια. Πριν από δυο – τρεις μέρες είπαμε να πάμε με τα καγιάκ σε ένα άγριο κομμάτι της Εύβοιας, από τη Χηλή  μέχρι το Τσίλαρο, (6-7νμ), σε μέρη απρόσιτα, βορεινά και αδιάβατα από τη στεριά. Μελετώντας τον χάρτη, για να αποτυπώσω κόλπους και παραλίες έτσι ώστε να αναγνωρίζω που βρίσκομαι, πέφτω πάνω στο Ορτάρι και με έκπληξη διαβάζω ότι είναι μια από τις ψηλότερες ορθοπλαγιές που καταλήγουν στη θάλασσα. Είναι ένα θαλασσινό βουνό, μια κορυφή – πυραμίδα που υψώνεται 869 μέτρα πάνω από τα κύματα. Η θέα από εκεί ψηλά είναι αεροπορική, λένε ότι μέρες με διαύγεια βλέπεις Σκύρο, Αλόννησο, Σκόπελο και ακόμα Άγιο Όρος, Χίο και Μυτιλήνη.

Όλα στη ζωή είναι δίπολα – ζευγάρια, δυο μάτια, δυο χέρια, δυο πόδια, έτσι και το καγιάκ με την πεζοπορία θεωρώ ότι είναι ζευγάρι. Περπατάς στο χείλος του γκρεμού, είσαι στις βόρειες παρυφές της Δίρφης και κοιτάς κάτω το Ναυτικό και το ποθείς, αχ και να ήμουν με το κουπί μου σε αυτή την παραλία, είσαι κάτω από το Ορτάρι και κοιτάς ψηλά, ίδιο συναίσθημα από κάτω προς τα πάνω αυτή τη φορά, να ‘μουν εκεί ψηλά και ν’ αγνάντευα.

Ρίχνουμε τα καγιάκ από τη Χηλή, ένα ψαροχώρι ιδιαίτερο, με τις βάρκες – σκουλαρίκια κρεμασμένες γύρω – γύρω, όπου όλα είναι λιλιπούτεια, τα σπίτια, το σοκάκι, η παραλία. Το μόνο μεγάλο είναι η δύναμη της θάλασσας, που την νιώθεις και την βλέπεις όπου κι αν στρέψεις το βλέμμα. Κάτι τέτοιες στιγμές συντονίζεται κάθε κύτταρό σου με τον τόπο, με το βουνό και με το κύμα και όλο το είναι σου, σώμα και ψυχή, ζει την ζωή, αναγνωρίζει το μεγαλείο και τη μοναδικότητά της. Κάτι τέτοιες στιγμές είναι που χαράσσονται βαθιά στη μνήμη και ενώ το κουπί χτυπάει ρυθμικά το νερό δεξιά –αριστερά, αρχίζεις αβίαστα τις σκέψεις καθώς τα μάτια σου εστιάζουν στον στόχο σου, στον επόμενο  κάβο, σε αυτό το αμυδρό σημάδι στον ορίζοντα που το βλέπεις να μεγαλώνει σιγά – σιγά, να παίρνει μορφή. Το καγιάκ σε διδάσκει αυτοσυγκέντρωση.

Κοιτώντας τη στεριά νιώθω δέος, η ομορφιά του τοπίου είναι συγκλονιστική, ατέλειωτα βράχια διαδέχονται το ένα τ’ άλλο, μικρές τούφες πρασινάδας που και που, ένα βαθύ φαράγγι έχει δημιουργήσει μια παραλία, σπηλιές με πετρώματα ασυνήθιστα, γυμνές κορυφές, κατσίκια ελεύθερα να μας κοιτούν αφ’ υψηλού, νερά εδώ πράσινα και λίγο πιο κάτω μπλε και μετά ξανά πάλι πράσινα. Το καγιάκ σε διδάσκει ταπεινότητα και σεβασμό, υποκλίνεσαι στην ομορφιά της φύσης αλλά και στην παντοδυναμία της. Σου υπενθυμίζει ότι η γη είναι αιώνια, τα νησιά, τα βράχια, τα βουνά ήταν εδώ πολύ πριν από σένα και εδώ θα παραμείνουν, ενώ εσύ είσαι εφήμερος, είσαι ελάχιστος. Κοιτώ τις φωτογραφίες μας, κόκκινες κουκίδες που ίσα που ξεχωρίζουν μέσα στο βαθύ μπλε και με το βουνό από πάνω. Πόσο μικροί και ευάλωτοι είμαστε…

Όταν κωπηλατώ ξεχνώ την καθημερινότητα, δεν είμαι μητέρα, κόρη, εργαζόμενη, δεν έχω ηλικία, είμαι εγώ και το καγιάκ μου μέσα στην απέραντη θάλασσα, τα προβλήματα θολώνουν, σβήνουν στο βάθος του ορίζοντα. Και όταν μετά, επιστρέφω από το ταξίδι, με ένα τρόπο μαγικό, οι δυσκολίες που μέσα στην βδομάδα μου φαίνονταν ασήκωτες έχουν ελαφρύνει, έχουν χάσει τη δύναμη που εξασκούσαν πάνω μου, έχουν πάρει τη διάσταση που τους αξίζει, εφήμερες και ελάχιστες κι αυτές μέσα στο διάβα της ζωής.


Διαβάστε ακόμη: