Στη Διώρυγα της Κορίνθου

Βάσω Μαυρομμάτη

 

 

 

 

 

 

Ξεκινώντας το θαλάσσιο καγιάκ πριν λίγα χρόνια δεν είχα φανταστεί αυτόν τον υπέροχο δρόμο που θα ανοιγόταν μπροστά μου, δεν είχε περάσει ποτέ από το μυαλό μου ότι θα γνώριζα από κοντά όλα αυτά τα μοναδικά μέρη και ότι θα ζούσα τέτοιες συγκινήσεις και αυθεντικές εμπειρίες. Ο διάπλους της Διώρυγας της Κορίνθου ήταν επιθυμία μου εδώ και καιρό και με την υπέροχη ομάδα μας έγινε πραγματικότητα, γιατί όπως πολύ εύστοχα λένε… αν θες να πας μακριά, πήγαινε με παρέα.

 

Στον κατάπλου στα Ίσθμια, όμορφες στιγμές.

Η Διώρυγα της Κορίνθου είναι από τα μέρη που ενώ μας είναι οικεία, είναι ταυτόχρονα και άγνωστα. Από ψηλά προκαλεί δέος με τα 79 μ. βάθος να πολλαπλασιάζονται λόγω της στενότητάς της, μόλις 25 μ. πλάτος. Επίσης, επειδή λειτουργεί κατά κύριο λόγο ως συγκοινωνιακός κόμβος, σχεδόν 12.000 πλοία τη διαπλέουν κάθε χρόνο, και δεν είναι ιδιαίτερα αξιοποιημένη τουριστικά, πολύ λίγοι την έχουν γνωρίσει από κάτω.

 

Κωπηλατώντας στη Διώρυγα της Κορίνθου. Τα ρεύματα αλλάζουν κάθε περίπου 6 ώρες.

Η βυθιζόμενη γέφυρα στην Ποσειδωνία έκλεισε πίσω μας και εμείς βρεθήκαμε να κωπηλατούμε στα ήρεμα νερά του καναλιού αυλακώνοντάς τα, ενώ έξω ο Κορινθιακός ήταν φουσκωμένος. Το ρεύμα μας παρέσυρε γλυκά, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να διατηρούμαστε σε κίνηση, ενώ ταυτόχρονα απολαμβάναμε το τοπίο και τραβούσαμε φωτογραφίες. Ησυχία, μόνο οι κουπιές και τα σκόρπια λόγια μας ακούγονταν, οι θόρυβοι της πόλης και ο βόμβος της εθνικής οδού μακριά μας.

Ήταν εκπληκτικό ότι είχαν φυτρώσει θάμνοι και δέντρα στα πρανή στην αρχή και στο τέλος της διώρυγας, εκεί όπου υπήρχε λίγο χώμα και λίγο φως, η φύση είχε βρει τρόπο να δημιουργήσει ζωή. Προχωρώντας προς το κέντρο, το ύψος των τειχών μεγάλωνε, όμως ούτε μια στιγμή δεν ένιωθες ασφυκτικά. Εκεί κάτω ήταν ευρύχωρα, τα καγιάκ μας των 55-60 εκ. πλάτους είχαν άπλετο χώρο να κινούνται. Όλα τελικά είναι θέμα αναλογιών, αν ήμασταν σε ένα βαπόρι θα νιώθαμε μάλλον στριμωγμένοι.

Κωπηλατώντας, το μυαλό μου πήγε στους μηχανικούς που σχεδίασαν το έργο, στους 2.500 εργάτες που δούλεψαν με τα χέρια τους, στους πολιτικούς που μέσα στη φτώχεια της Ελλάδας το τόλμησαν. Η διάνοιξη της διώρυγας μήκους 6.343 μ. διήρκεσε 11 χρόνια, παραδόθηκε το 1893 και για την υλοποίησή της χρησιμοποιήθηκαν πρωτότυπα εκρηκτικά μηχανήματα και δυναμίτιδα.

Και βέβαια το μυαλό μου πήγε και στους Γερμανούς, που κατά την αποχώρησή τους στη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανατίναξαν τις γέφυρες, έριξαν βαγόνια τρένου στο νερό και προκάλεσαν την πτώση 60.000 κ.μ. χωμάτων, μια μεγάλη καταστροφή που άφησε την διώρυγα κλειστή για σχεδόν 4 χρόνια. Η αγριότητα του πολέμου, η μανία του ανθρώπου να καταστρέφει, να εκδικείται.

 

Διανύσαμε τα 3,1 μίλια της Διώρυγας μέσα σε σχεδόν 1 ώρα, με ευνοϊκό ρεύμα.

Σχεδόν μια ώρα μείναμε μέσα στο κανάλι. Βγαίνοντας στα Ίσθμια το δέος που είχα νιώσει το πρωί οδηγώντας πάνω από τη διώρυγα και η αίσθηση ότι είναι κάτι πολύ μεγάλο για τα ανθρώπινα μεγέθη, είχε μεταλλαχτεί στη χαρά της γνωριμίας ενός νέου τόπου και της εξοικείωσης.

Μόλις είχαμε ζήσει άλλο ένα πολύτιμο πρωινό, τόσο διαφορετικό από όλα τα άλλα της ζωής μας. Μόλις είχαμε χαράξει άλλη μια γραμμούλα στον χάρτη μας, όμορφη και αξιομνημόνευτη. Και το σημαντικότερο; Από σήμερα, η διώρυγα είναι μια καινούρια φίλη που θα τη χαιρετούμε εγκάρδια κάθε φορά που θα μας φέρνει ο δρόμος πάνω της.